Ηλεκτρονικός Διαγωνισμός Διηγήματος της ΕΟΔνΠ

Όταν ανθίζει ο Δεκέμβρης

Μαρία Ζάραλη

2o Βραβείο στην Κατηγορία Δημοτικού του έτους 2015

Κεφάλαιο 1ο

«Λοιπόν, ποιος θα λύσει την εξίσωση; Έλα Χρήστο!» είπε ο καθηγητής, περιμένοντας στον πίνακα. Ο Χρήστος σηκώθηκε πρόθυμα και προχώρησε. Μα ένιωσε κάτι στα πόδια του. Πριν καταλάβει, έπεσε κάτω, αποφεύγοντας για μόλις λίγα εκατοστά τη γωνία της έδρας. Όλοι ξέσπασαν σε γέλια.

«Είσαι καλά παιδί μου;» έτρεξε δίπλα του ο καθηγητής φανερά ταραγμένος.

«Μην ανησυχείτε!» είπε ο Χρήστος, σηκώθηκε γρήγορα και ξεκίνησε την άσκηση.

«Αυτός ο Πέτρος!» έλεγε από μέσα του καθώς έλυνε με νευρικότητα την άσκηση. Θα μπορούσε άνετα να τον πιάσει στο διάλειμμα και να τον κάνει του αλατιού. Όμως δεν έλυνε έτσι τις διαφορές του ο Χρήστος. Μεγάλωσε μαθαίνοντας πως στο κακό δεν απαντάς με κακό. Άκουγε μικρός τον μύθο του Αισώπου που έλεγε πως η ζεστασιά του ήλιου έβγαλε τελικά το πανωφόρι του διαβάτη και όχι ο μανιασμένος άνεμος. Μα με τον Πέτρο δεν έπιανε καμία τακτική.

«Λοιπόν, x ίσον;» τον επανέφερε ο κ. Αριστείδης στην εξίσωση.

«x ίσον 5, κύριε!» απάντησε σωστά το παιδί.

«Μπράβο, αγόρι μου! Ησυχία εκεί κάτω και να λείπουν τα σχόλια!»

Ο Μανώλης, ο διπλανός του και μόνος φίλος του, του έσφιξε το χέρι μόλις κάθισε στο θρανίο και του είπε: «Μη φοβάσαι, εγώ είμαι εδώ».

Χαμογέλασε ο Χρήστος και πήρε κουράγιο να καταπιεί άλλη μια φορά την επιθετικότητα του Πέτρου και των υποστηρικτών του.

Κεφάλαιο 2ο

«Πού θα πάει αυτή η κατάσταση; Θα κάθεσαι για πολύ ακόμη με σταυρωμένα τα χέρια;» ρώτησε στο διάλειμμα ο Μανώλης αυστηρά τον φίλο του. «Να μιλήσεις στον καθηγητή!»

Το είχε σκεφτεί πολλές φορές ο Χρήστος, μα φοβόταν ότι θα χειροτέρευε έτσι η κατάσταση. Ο Πέτρος δε θα δεχόταν εύκολα την τιμωρία. Από την πρώτη μέρα που ήρθε στο λύκειο της μεγαλούπολης από τ’ ορεινό Νυμφαίο έγινε στόχος. Και όσο αυτός πρόκοβε, τόσο το σαράκι της ζήλιας έτρωγε τα σωθικά του Πέτρου.

«Θα δέχεσαι κάθε φορά τις επιθέσεις του χωρίς να αντιδράς;» συνέχιζε ο Μανώλης.

«Θα δω! Προς το παρόν δε θέλω να αναφέρουμε τίποτα στον καθηγητή. Σύμφωνοι;»

«Δε συμφωνώ και το ξέρεις. Ούτε και σ’ αυτόν κάνεις καλό.»

«Το ξέρω.»

Ο φόβος δεν τον άφηνε να σκεφτεί λογικά. Θα είχε προλάβει πολλά αν μιλούσε από την αρχή σε κάποιον μεγαλύτερο. Ο Πέτρος (είχε δίκιο ο Μανώλης) δρούσε ελεύθερα και έτρεφε τον εγωισμό του χωρίς κανένα εμπόδιο, χωρίς ίχνος αντίστασης. Και ο Μανώλης βέβαια δεν ήθελε πολύ να μετατρέψει το προαύλιο σε πεδίο μάχης.

Κεφάλαιο 3ο

Πέρασε καιρός. Με την ίδια άρρωστη κατάσταση, η οποία μάλλον έδειχνε σημάδια επιδείνωσης. Κόντευαν Χριστούγεννα. Η πόλη στολισμένη με λαμπιόνια παντού. Παντού, εκτός απ’ την καρδιά του Πέτρου. Μέρες τώρα «μαγείρευε» το επόμενο χτύπημα. «Θα τη στήσουμε έξω από το φροντιστήριο και μόλις ξεμακρύνει θα του δώσουμε το “χριστουγεννιάτικο δώρο” του», είπε τρίβοντας τα χέρια του. Γέλασαν οι δικοί του (άβουλα στρατιωτάκια στη σκακιέρα του) και ορίσανε μέρα και ώρα.

«Καλά Χριστούγεννα και σε σας, κυρία Αγάπη!» ακούστηκε η ευγενική φωνή του Χρήστου έξω από το φροντιστήριο και ξεκίνησε για το σπίτι του. Η γειτονιά του ήταν απόμερη και την ώρα εκείνη δεν υπήρχε ψυχή. Στην τελευταία στροφή «πάγωσε» αντικρίζοντας τα βλοσυρά βλέμματα της γνωστής παρέας.

«Τι έγινε Χρηστάκη, σκέφτηκες τι δώρο θέλεις για τη γιορτή σου; Τώρα που αρίστευσες στο τρίμηνο να σκεφτείς κάτι καλό!» λέγανε και τον στριμώχνανε στη γωνία.

«Μάλλον, κρυώνει το παιδί μας!» μπήκε στη μέση ο αρχηγός. Τα μάτια του έβγαζαν φωτιές και το μόνο που θύμιζε εκείνη η ώρα ήταν κάτι από το άγριο ζωικό βασίλειο.

«Πέτρο, δεν μας χωρίζει τίποτα, σε παρακαλώ!» ίσα που πρόλαβε να πει ο Χρήστος.

Όση δύναμη κι αν είχε, ήταν ένας και είχε πέντε απέναντί του, «γενναίους και δυνατούς». Τον άφησαν κουλουριασμένο από τον πόνο και χάθηκαν μες στα σοκάκια. Μαζεύοντας όσο κουράγιο του είχε απομείνει, σηκώθηκε και με δυσκολία έφτασε στο σπίτι του. Η μητέρα του, χειρουργημένη πρόσφατα στην καρδιά, δεν έπρεπε να καταλάβει τίποτα. Στην κατάστασή της δεν έπρεπε να την επιβαρύνει με φόβο και αγωνία. Η αδελφούλα του ήταν μακριά, έκανε το μεταπτυχιακό της στην Αγγλία και ο πατέρας, οξύθυμος και νευρικός, μάλλον χειρότερα θα έκανε τα πράγματα.

Κεφάλαιο 4ο

Όλη νύχτα την πέρασε προσπαθώντας να βρει τρόπο να πλησιάσει τον Πέτρο. Δεν ήταν κακός ο Πέτρος, πληγωμένος ήταν πολύ και προσπαθούσε να κλείσει τις δικές του πληγές ανοίγοντας καινούριες σε άλλους. Η χρυσή του η γιαγιά (τα τελευταία χρόνια με άνοια) του έλεγε πάντα: «Κανείς δεν είναι κακός, παιδί μου, ο Θεός κανέναν δεν έπλασε κακό. Η ζωή τα φέρνει και σκληραίνουν οι άνθρωποι, χωρίς να το θέλουν. Να ψάχνεις να βρίσκεις τα καλά τους και να τους τα θυμίζεις».

«Κύριε Αριστείδη, ναι, η μητέρα του Μαρινόπουλου… είναι καιρός που το παιδί έχει αλλάξει… φοβισμένο, απομονωμένο… σήμερα γύρισε… Σας ευχαριστώ πολύ, θα περάσω οπωσδήποτε.»

Κεφάλαιο 5ο

Ξημέρωσε. Ο ήλιος έλαμπε στον ουρανό και τα πουλιά με τα τιτιβίσματά τους μαρτυρούσαν τη νέα μέρα. Στο σχολείο τα μαθήματα είχαν ξεκινήσει και η μελανιά στο μέτωπο του Χρήστου δεν πέρασε απαρατήρητη από τον Μανώλη, όπως και από τη μητέρα του Χρήστου που είχε ήδη επικοινωνήσει κρυφά με τον κ. Αριστείδη από το βράδυ. Το διάλειμμα βρήκε τα δυο παιδιά να μιλούν για το συμβάν και τη μητέρα του Χρήστου να βρίσκεται στο γραφείο των καθηγητών.

«Τι περιμένεις; Να σε τρέχουμε στα νοσοκομεία; Ο τύπος είναι επικίνδυνος!» έβραζε ο Μανώλης.

«Φοβάμαι», απάντησε ο Χρήστος.

«Πρόσεχε! Δεν ξέρω τι άλλο να σου πω, για να ξυπνήσεις.»

«Αν δεν μιλάει αυτός, θα το κάνω εγώ!» είπε από μέσα του και με τρόπο ξεγλίστρησε στο γραφείο των καθηγητών.

Κεφάλαιο 6ο

Αφού ενημερώθηκαν αυτοί που έπρεπε και διασταυρώθηκαν οι πληροφορίες, την επόμενη κιόλας μέρα ο Πέτρος μίλησε ιδιαιτέρως για αρκετή ώρα με τον κ. Αριστείδη, ο οποίος με πολλή αγάπη προσπάθησε να μαλακώσει την καρδιά του. Του έκανε βέβαια σαφές πως στο μέλλον αυτή η συμπεριφορά δεν μπορεί να μένει ατιμώρητη. Ο Πέτρος βρέθηκε να παρακολουθείται στενά από τους καθηγητές, κάτι που από τη μια περιόρισε τη δράση του, από την άλλη φούντωνε το θυμό του.

«Τι θα κάνουμε; Μας κατάλαβαν!» μουρμούριζε η παρέα του Πέτρου.

«Μας κατάλαβαν, αλλά μην ανησυχείτε. Θα τον διορθώσω εγώ τον κύριο Χρήστο. Θα πληρώσει. Θα το σκεφτεί καλά να ξανανοίξει το στοματάκι του», είπε ο Πέτρος.

Κεφάλαιο 8ο

23 Δεκεμβρίου. Δύο ημέρες πριν από τα Χριστούγεννα και ακόμα κάποιοι δεν είχαν μετανιώσει για τις πράξεις τους. Ακόμα κι αν τα Χριστούγεννα είναι γιορτή αγάπης, όχι, ο Πέτρος δεν είχε μετανιώσει. Είχε οργανώσει το τελευταίο χτύπημα. Την Τρίτη, μετά το φροντιστήριο, θα μαζευόταν η παρέα και θα περίμεναν την κατάλληλη στιγμή να δώσουν το σύνθημα στον Ανδρέα. Ο Ανδρέας, άγνωστος για τον Χρήστο, αλλά γνωστός στους υπόλοιπους, πέντε χρόνια μεγαλύτερός τους θα φρόντιζε μαζί με «δικούς του» να περιποιηθεί τον Χρηστάκη. Έτσι δε θα φαινόντουσαν αυτοί πουθενά κι ο φίλος τους θα έκανε ρεβεγιόν στο κρεβάτι.

Στο μεταξύ, ο Χρήστος είχε πια ανοιχτεί και με την μητέρα του και με τον καθηγητή του και ένιωθε σιγά σιγά να πατάει ξανά στα πόδια του. Ωστόσο, αυτή η ησυχία των τελευταίων ημερών πολύ τον προβλημάτιζε. «Ίσως είναι και οι μέρες τέτοιες, που αλλάζει ο άνθρωπος…» σκεφτόταν.

Κεφάλαιο 9ο

Παραμονή Χριστουγέννων. Παντού ακούγονται χαρούμενες φωνές που διαδίδουν το χαρμόσυνο μήνυμα των Χριστουγέννων.

Μα το μυαλό του Πέτρου γεμίζει αμφιβολίες. Σήμερα είναι η «μεγάλη μέρα». Αλλά κατά έναν περίεργο τρόπο, κάτι μέσα του κλωτσάει. Χτυπάνε καμπανάκια στο μυαλό του. Μήπως είναι πολύ τραβηγμένο; Μήπως δεν του έφταιγε τελικά ο Χρήστος; Στην πραγματικότητα θα ήθελε πολύ να κάνουνε παρέα. Αλλά… όχι, δεν γίνεται να τα παρατήσει τώρα, δεν ταιριάζουνε, όχι. Πρέπει να πληρώσει. Τόλμησε να μιλήσει και θα το μετανιώσει. Σήμερα!

Όλα έγιναν όπως τα συμφώνησαν. Κρύφτηκαν πίσω από το παγκάκι και περίμεναν.

«Λοιπόν, Ανδρέα, όπως είπαμε. Θα τον δεις, είναι ένας καστανομάλλης, με μπλε μπουφάν. Θα βγει από εκεί», είπε ο Πέτρος δείχνοντάς του το σημείο.

«Έγινε!»

Η ώρα είχε πάει επτά και ο Χρήστος βγήκε χαιρετώντας τους συμμαθητές του. Την ώρα που διέσχιζε τον δρόμο και ο Ανδρέας ήταν έτοιμος να επιτεθεί με τους δικούς του, είδε να έρχεται καταπάνω του ένα αυτοκίνητο με υπερβολική ταχύτητα.

Πάγωσαν όλοι. Ο Χρήστος, χτυπημένος σοβαρά, βρίσκεται αναίσθητος στο δρόμο. Ο Πέτρος συγκλονισμένος τρέχει κοντά του.

«Γρήγορα, γρήγορα σας παρακαλώ!» λέει στον οδηγό μην μπορώντας να συγκρατήσει τα δάκρυά του. Ο οδηγός του αυτοκινήτου χαμένος κι αυτός τον ρωτάει: «Ποιος είσαι;»

«ΦΙΛΟΣ του, φίλος του είμαι! Γρήγορα ένα ασθενοφόρο!»

«Εσύ ειδοποίησε την οικογένειά του!»

Ο Πέτρος δίστασε, σκέφτηκε τον Μανώλη. Φτάνοντας ο Μανώλης, τα ’χασε. Από τη μια ο φίλος του κινδύνευε και από την άλλη έβλεπε έναν Πέτρο πανικόβλητο να σκίζεται να βοηθήσει. Είχε ήδη έρθει ο πατέρας και η αδερφή του Χρήστου, που επέστρεψε για τις διακοπές. Φτάνοντας το ασθενοφόρο, ανέβηκε μαζί και ο Πέτρος με τον Μανώλη. Μέχρι το νοσοκομείο δεν αντάλλαξαν ούτε κουβέντα. Μόνο τα μάτια τους έτρεχαν ασταμάτητα. Ο Πέτρος προσευχότανε, ναι, παρακαλούσε τον Χριστό να του δώσει μια ευκαιρία να διορθώσει τα λάθη του.

Κεφάλαιο 10ο

Έξω απ’ το χειρουργείο, η αγωνία έχει φτάσει στο κατακόρυφο. Τα κεφάλια όλων σκυμμένα. Με τον Χρήστο να παλεύει για τη ζωή του, κανείς δεν μπορούσε να μιλήσει. Το βλέμμα τους έλεγε τα πάντα. Ο Μανώλης ήταν έτοιμος να ορμήσει πάνω στον Πέτρο, να του ζητήσει τον λόγο. Αλλά δεν το έκανε, γιατί έμαθε ότι δεν έφταιγε αυτός για το ατύχημα. Άλλωστε, έβλεπε έναν Πέτρο αλλιώτικο. Εκεί πέρασαν όλο το βράδυ, μπροστά από την πόρτα του χειρουργείου, περιμένοντας με αγωνία τα νέα.

Ξημέρωνε Χριστούγεννα και τα δυο παιδιά πήγαν στο εκκλησάκι του νοσοκομείου να προσευχηθούν. Γύρισαν αλλαγμένοι, γεμάτοι ελπίδα. Σε λίγο ο γιατρός άνοιξε την πόρτα και κατευθύνθηκε στον πατέρα του Χρήστου. Έτρεξαν όλοι κοντά του.

«Ακόμα δεν μπορούμε να πούμε τίποτα με σιγουριά, πάντως οι παλμοί του σταθεροποιήθηκαν.»

Ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη όλων.

«Αλλά υπάρχει ακόμα κάτι που πρέπει να τακτοποιηθεί. Χρειάζεται επειγόντως αίμα! Έχει χάσει πολύ» συνέχισε ο γιατρός.

«Τι ομάδα αίματος έχει;» πετάχτηκε σαν σπίρτο ο Πέτρος.

«Όμικρον αρνητικό. Είναι πολύ σπάνιο, το έχει μόνο…»

«Εγώ!» ξεφώνησε ο Πέτρος, «εγώ έχω όμικρον αρνητικό. Θέλω να δώσω, σας παρακαλώ!»

Ο Πέτρος έχοντας μείνει δυο χρονιές στην ίδια τάξη, είχε ήδη ενηλικιωθεί και μπορούσε να δώσει αίμα.

Έφυγε γρήγορα μαζί με τον γιατρό, αφήνοντας τον Μανώλη άφωνο. Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι αυτός που τόσο κυνήγησε τον Χρήστο θα του έσωζε τώρα τη ζωή.

Η ώρα περνούσε. Ο Πέτρος δεν είχε τελειώσει ακόμα την αιμοδοσία. Ο Μανώλης σκέφτηκε να πάει να τον βρει. Από το παράθυρο είδε έναν άλλο Πέτρο, έναν άλλο άνθρωπο. Το πρόσωπό του έλαμπε. Έμοιαζε άγγελος. Κάθισε έξω και τον περίμενε.

«Μανώλη…» είπε ψελλίζοντας ο Πέτρος, καθώς έβγαινε από το θάλαμο «συγγνώμη, έβαζα πάνω απ’ όλα τον εγωισμό μου. Συγγνώμη!»

Ο Μανώλης, τα ’χε χαμένα. Δεν ήξερε τι να πει.

«Πέτρο, εσύ είσαι; Δηλαδή… θέλω να πω τι έγινε;»

«Έχεις δίκιο, Μανώλη, να απορείς.»

«Πάντως, ήθελα να σε συγχαρώ. Αυτό που έκανες είναι πραγματικά ανεκτίμητο.»

«Είναι το λιγότερο που μπορώ να κάνω για να επανορθώσω.»

Τα δυο παιδιά έμειναν για ώρα μαζί και μιλούσαν σαν καλοί φίλοι. Ο Μανώλης έμαθε πως ο Πέτρος είχε χάσει τον πατέρα του πριν λίγα χρόνια, όταν χρειάστηκε αίμα σε ένα σοβαρό χειρουργείο που έκανε και επειδή η ομάδα αίματός του ήταν όμικρον αρνητικό, καθυστέρησαν να βρουν δότη συμβατό και η καθυστέρηση αυτή κόστισε τη ζωή του. Απ’ ό,τι φαινόταν, τα Χριστούγεννα έκαναν πάλι το θαύμα τους!

Και η απόδειξη ήρθε λίγα λεπτά μετά, όταν ο γιατρός βγήκε από το χειρουργείο με ένα χαμόγελο, που γέμισε όλους χαρά.

«Απ’ ό,τι φαίνεται, ο Χρήστος μας τα κατάφερε!»

«Ευχαριστούμε! Ευχαριστούμε!»

Όλοι αγκαλιάζονταν σαν μικρά παιδιά.

«Κι αυτό οφείλεται σε σένα!» είπε ο γιατρός, δείχνοντας τον Πέτρο. «Ο φίλος σας επέζησε χάρη στο αίμα που του έδωσες.»

Ο Πέτρος έκλαιγε. Για πρώτη φορά ένιωθε τόσο ευτυχισμένος και ευχαριστημένος με τον εαυτό του! Από εκείνη τη μέρα, είχε γίνει μια νέα αρχή. Μια αρχή γεμάτη ελπίδα, χαρά και όνειρα. Οι τρεις τους έγιναν αχώριστοι και δεν θυμήθηκαν ποτέ τα παλιά. Εκείνα τα Χριστούγεννα, ήταν τα ομορφότερα της ζωής τους!

Και κάθε φορά που του χαμογελούσε ο Πέτρος, ο Χρήστος θυμότανε τα λόγια της γιαγιάς του: «Κανείς δεν είναι κακός, παιδί μου. Να ψάχνεις να βρεις τα καλά τους και να τους τα θυμίζεις.»

Βιογραφικό συγγραφέα

Η Μαρία Ζάραλη είναι μαθήτρια της ΣΤ΄ τάξης του 11ου Δημοτικού Σχολείου Κατερίνης. Αγαπά πολύ το διάβασμα και τη μουσική. Η συγγραφή είναι μια απ’ τις αγαπημένες της δραστηριότητες. Συμμετείχε στη σχολική εφημερίδα «Χαρούμενες Νότες» τις χρονιές 2012 και 2013. Φέτος συμμετέχει στην ηλεκτρονική πλέον εφημερίδα του σχολείου της. Παρακολουθεί μαθήματα βυζαντινής μουσικής στον Ιερό Ναό Αγίας Άννης Κατερίνης και μαθήματα παραδοσιακών χορών σε τοπικό σύλλογο. Συμμετείχε και πέρσι στον Ηλεκτρονικό Διαγωνισμό Διηγήματος και βραβεύτηκε επίσης με τη δεύτερη θέση. Τη φετινή της διάκριση την αφιερώνει με αγάπη σε όλους τους δασκάλους της και στο σχολείο της ως αποχαιρετιστήριο δώρο.


Εθελοντική Ομάδα Δράσης Ν. Πιερίας "Ο ΤΟΠΟΣ ΜΟΥ"
Ψηφιακό αρχείο του Ηλεκτρονικού Διαγωνισμού Διηγήματος

Καπνικός Σταθμός Κατερίνης